Τιμοκλῆς

Τιμοκλῆς
Τιμοκλέης
masc nom sg

Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.

Игры ⚽ Нужно сделать НИР?

Look at other dictionaries:

  • Τιμοκλής — Όνομα ιστορικών προσώπων. 1. Αθηναίος κωμικός ποιητής, που έζησε τον 4o αι. π.Χ. Έγραψε κυρίως παρωδίες τραγικών υποθέσεων, όπου σατίριζε πολλούς γνωστούς συμπολίτες του καθώς και ποιητές και ρήτορες. Από τα έργα του δεν σώθηκαν παρά μόνο… …   Dictionary of Greek

  • Орфей — (Όρφεύς). Имя О. связано как с ранней историей греческой литературы; в которой он занимает место как мифический поэт фракийского происхождения, так и с историей греческой религии, в которой он является установителем особого вероучения и… …   Энциклопедический словарь Ф.А. Брокгауза и И.А. Ефрона

  • Timokles — (Τιμοκλῆς) aus Athen war ein antiker griechischer Dichter der sogenannten mittleren Komödie, der in der zweiten Hälfte des 4. Jahrhunderts v. Chr. lebte (in seinen Stücken finden sich Anspielungen auf Ereignisse zwischen 345 und 317 v. Chr.).… …   Deutsch Wikipedia

  • άνθιμος — I (Διονύσιος Ρούσσος, Σαλμώνη Ηλείας 1934 –). Μητροπολίτης Αλεξανδρουπόλεως. Σπούδασε στη φιλοσοφική και στη θεολογική σχολή του Πανεπιστημίου Αθηνών. Χειροτονήθηκε διάκονος το 1964 και πρεσβύτερος το 1965. Υπηρέτησε ως φιλόλογος καθηγητής σε… …   Dictionary of Greek

  • τροπάρι — Είδος σύντομου εκκλησιαστικού ύμνου, που ψάλλεται στις εκκλησιαστικές ακολουθίες. Τ. ονομάστηκαν θρησκευτικοί ύμνοι, είτε από τον διάφορο τρόπο (ήχο) που ψάλλονται, είτε από τους τρόπους, δηλαδή τα ήθη των αγίων που υμνούνται με αυτά, είτε, τέλος …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”